Ο τίτλος της ανάρτησης μάλλον θα ξενίσει αρκετούς. Τι είναι η επαγγελματική διαστροφή, και τι σχέση μπορεί να έχει με τη νεοελληνική εκπαίδευση;
Μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο αρκεί για να βρούμε έναν ορισμό για την επαγγελματική διαστροφή: υπερβολική σχολαστικότητα σε θέματα επαγγελματικά, ή προδιάθεση της φαντασίας ατόμου να διακρίνει αρνητικές καταστάσεις στον επαγγελματικό βίο του.
Στην νεοελληνική εκπαίδευση τα πάντα έχουν οριστεί με μια πρωτόγνωρη επαγγελματική διαστροφή. Τα παραδείγματα είναι πολλά και ξεκινούν από την επιλογή του ενός μοναδικού βιβλίου, το οποίο παίρνει το ρόλο της Βίβλου τόσο για τον μαθητή, όσο και για τον εκπαιδευτικό, ασχέτως αν είναι ξεπερασμένο ή περιέχει λάθη. Ο μαθητής, σύμφωνα με την επαγγελματική διαστροφή κάποιου υψηλόβαθμου υπαλλήλου του Υπουργείου Παιδείας, δε χρειάζεται να έχει πρόσβαση σε άλλο υλικό, σε βιβλιογραφία, δε χρειάζεται να μάθει να ψάχνει και να αναζητά, το βιβλίο του παρέχει όλα όσα χρειάζεται να ξέρει. Κι όλα αυτά στην εποχή του διαδικτύου, όπου γύρω μας υπάρχει τόση πληροφορία που είναι περισσότερο απαραίτητο για κάποιον να μάθει να αναζητά και να αποκτήσει κριτική σκέψη, παρά να παπαγαλίζει ατελείωτες σελίδες ενός βιβλίου. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, ο μαθητής της Β' Λυκείου διδάσκεται το μάθημα της Τεχνολογίας Επικοινωνιών, ενός επιστημονικού κλάδου που αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, από ένα βιβλίο του 1991, τόσο ξεπερασμένο που γράφηκε πριν την ύπαρξη του διαδικτύου! Ο μαθητής, όπως είναι επακόλουθο, απαξιώνοντας το βιβλίο αυτό, απαξιώνει και το μάθημα. Παρόλα αυτά ο σοφός νομοθέτης έχει ορίσει με σχολαστική ακρίβεια την εξεταστέα ύλη σε αυτό το βιβλίο, σαν να σου λέει ότι δεν έχει σημασία το περιεχόμενο, αλλά η αποστήθιση της συγκεκριμένης ύλης.
Η διαστροφή όμως δε σταματά στο βιβλίο. Συνεχίζεται και στον τρόπο που γίνεται η διδασκαλία. Ας πάρουμε για παράδειγμα το μάθημα της έκφρασης - έκθεσης της Γ' Λυκείου. Στις γενικές παρατηρήσεις για τη διδασκαλία του μαθήματος μπορεί κάποιος να διαβάσει ότι: "Οι μαθητές στη Γ΄ Λυκείου καλούνται να αξιοποιήσουν στην έκφρασή τους, προφορική και γραπτή, τον κριτικό-αποφαντικό τρόπο, με συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο κάθε φορά...Δεν αναμένεται να γράψουν οι μαθητές δοκίμιο, που είναι πολύ απαιτητικό είδος λόγου. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να γράψουν κάποιο κείμενο δοκιμιακού τύπου". Στην πράξη όμως στο μάθημα αυτό διδάσκεται διδάσκεται η συμμόρφωση σε ένα συγκεκριμένο - και παρωχημένο - σύνολο κανόνων γραπτής επικοινωνίας που ευνουχίζουν την οποιαδήποτε εγγενή δυνατότητα του μαθητή για δημιουργική γραφή. Ο μαθητής μέσα από αυτή τη διαδικασία δε μαθαίνει να σκέφτεται, να αμφισβητεί, να κρίνει και τέλος να αναπτύσσει τη δική του άποψη.Ο μαθητής μαθαίνει να συμβιβάζεται με το θέμα, να γράφει αοριστολογίες και ευχολόγια.
Οι δε θεματικές ενότητες του προσφέρουν μασημένη τροφή που συνήθως θα πρέπει να αποστηθίσει, ευνουχίζοντας έτσι τη δυνατότητα του να αρθρώσει το δικό του λόγο. Η σχολαστική εντρύφηση στην ανάλυση παρωχημένων δοκιμίων (πόσο Παπανούτσο και πόσο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο αντέχει η εποχή μας;) ελαττώνει τα περιθώρια να αναπτύξει ο μαθητής κριτική σκέψη.
Ο μαθητής μαθαίνοντας να λειτουργεί μηχανιστικά και να παραθέτει προκατασκευασμένα επιχειρήματα, τελικά μαθαίνει να λειτουργεί ανορθολογιστικά, αφού κανείς δεν του διδάσκει ότι η επίκληση στο συναίσθημα, ή η επίκληση στην αυθεντία, δεν συνάδουν με τον ορθολογισμό. Ο σκοπός βλέπεις δεν είναι να μάθει να αναπτύσσει σωστά επιχειρήματα, αλλά να πάρει όσο το δυνατό μεγαλύτερο βαθμό ακολουθώντας τον πιο εύκολο δρόμο.
Μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο αρκεί για να βρούμε έναν ορισμό για την επαγγελματική διαστροφή: υπερβολική σχολαστικότητα σε θέματα επαγγελματικά, ή προδιάθεση της φαντασίας ατόμου να διακρίνει αρνητικές καταστάσεις στον επαγγελματικό βίο του.
Στην νεοελληνική εκπαίδευση τα πάντα έχουν οριστεί με μια πρωτόγνωρη επαγγελματική διαστροφή. Τα παραδείγματα είναι πολλά και ξεκινούν από την επιλογή του ενός μοναδικού βιβλίου, το οποίο παίρνει το ρόλο της Βίβλου τόσο για τον μαθητή, όσο και για τον εκπαιδευτικό, ασχέτως αν είναι ξεπερασμένο ή περιέχει λάθη. Ο μαθητής, σύμφωνα με την επαγγελματική διαστροφή κάποιου υψηλόβαθμου υπαλλήλου του Υπουργείου Παιδείας, δε χρειάζεται να έχει πρόσβαση σε άλλο υλικό, σε βιβλιογραφία, δε χρειάζεται να μάθει να ψάχνει και να αναζητά, το βιβλίο του παρέχει όλα όσα χρειάζεται να ξέρει. Κι όλα αυτά στην εποχή του διαδικτύου, όπου γύρω μας υπάρχει τόση πληροφορία που είναι περισσότερο απαραίτητο για κάποιον να μάθει να αναζητά και να αποκτήσει κριτική σκέψη, παρά να παπαγαλίζει ατελείωτες σελίδες ενός βιβλίου. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, ο μαθητής της Β' Λυκείου διδάσκεται το μάθημα της Τεχνολογίας Επικοινωνιών, ενός επιστημονικού κλάδου που αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, από ένα βιβλίο του 1991, τόσο ξεπερασμένο που γράφηκε πριν την ύπαρξη του διαδικτύου! Ο μαθητής, όπως είναι επακόλουθο, απαξιώνοντας το βιβλίο αυτό, απαξιώνει και το μάθημα. Παρόλα αυτά ο σοφός νομοθέτης έχει ορίσει με σχολαστική ακρίβεια την εξεταστέα ύλη σε αυτό το βιβλίο, σαν να σου λέει ότι δεν έχει σημασία το περιεχόμενο, αλλά η αποστήθιση της συγκεκριμένης ύλης.
Η διαστροφή όμως δε σταματά στο βιβλίο. Συνεχίζεται και στον τρόπο που γίνεται η διδασκαλία. Ας πάρουμε για παράδειγμα το μάθημα της έκφρασης - έκθεσης της Γ' Λυκείου. Στις γενικές παρατηρήσεις για τη διδασκαλία του μαθήματος μπορεί κάποιος να διαβάσει ότι: "Οι μαθητές στη Γ΄ Λυκείου καλούνται να αξιοποιήσουν στην έκφρασή τους, προφορική και γραπτή, τον κριτικό-αποφαντικό τρόπο, με συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο κάθε φορά...Δεν αναμένεται να γράψουν οι μαθητές δοκίμιο, που είναι πολύ απαιτητικό είδος λόγου. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να γράψουν κάποιο κείμενο δοκιμιακού τύπου". Στην πράξη όμως στο μάθημα αυτό διδάσκεται διδάσκεται η συμμόρφωση σε ένα συγκεκριμένο - και παρωχημένο - σύνολο κανόνων γραπτής επικοινωνίας που ευνουχίζουν την οποιαδήποτε εγγενή δυνατότητα του μαθητή για δημιουργική γραφή. Ο μαθητής μέσα από αυτή τη διαδικασία δε μαθαίνει να σκέφτεται, να αμφισβητεί, να κρίνει και τέλος να αναπτύσσει τη δική του άποψη.Ο μαθητής μαθαίνει να συμβιβάζεται με το θέμα, να γράφει αοριστολογίες και ευχολόγια.
Οι δε θεματικές ενότητες του προσφέρουν μασημένη τροφή που συνήθως θα πρέπει να αποστηθίσει, ευνουχίζοντας έτσι τη δυνατότητα του να αρθρώσει το δικό του λόγο. Η σχολαστική εντρύφηση στην ανάλυση παρωχημένων δοκιμίων (πόσο Παπανούτσο και πόσο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο αντέχει η εποχή μας;) ελαττώνει τα περιθώρια να αναπτύξει ο μαθητής κριτική σκέψη.
Και τι κάνουμε λοιπόν; Μέχρι στιγμής παρακολουθούμε τους υπουργούς να αλλάζουν ο ένας μετά τον άλλον, κι ο καθένας να προσπαθεί να επιβάλλει τη δική του "εκπαιδευτική μεταρρύθμιση". Φυσικά και κανένα σύστημα σχεδιασμένο στο πόδι δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Αν δεν υπάρξει ριζική αναπροσαρμογή της νεοελληνικής εκπαίδευσης με κατάργηση του μοναδικού βιβλίου, κατάργηση της αποστήθισης, αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών με σύγχρονα και ενδιαφέροντα αντικείμενα και αν εν προχωρήσει η αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στο πανεπιστήμιο δεν μπορεί να αλλάξει η υπάρχουσα κατάσταση. Φυσικά όλες αυτές οι αλλαγές θα δημιουργήσουν αντιδράσεις. Η υπάρχουσα αδράνεια αλλά και οι θιγόμενες ομάδες συμφερόντων δε θα αφήσουν να γίνει ομαλά μία τέτοια αλλαγή. Χρειάζεται λοιπόν πέρα από ένα καλά σχεδιασμένο εκπαιδευτικό σύστημα και η πολιτική βούληση να εφαρμοστεί το σύστημα. Χωρίς αυτά δεν πρόκειται να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή.